σηπιον

σηπιον
    σήπιον
    σήπιον, σηπίον
    τό внутренний скелет сепии Arst.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "σηπιον" в других словарях:

  • σηπίον — bone of the sepia neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σηπίου — σηπίον bone of the sepia neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σηπίων — σηπίον bone of the sepia neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σηπίῳ — σηπίον bone of the sepia neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σήπιο — το / σήπιον, ΝΑ, και σηπίον και σήπειον Α [σηπία] το ραχιαίο κέλυφος που υπάρχει στο εσωτερικό τού σώματος τής σουπιάς, κν. κόκαλο τής σουπιάς νεοελλ. ο σηπιόλιθος …   Dictionary of Greek

  • σήπειον — τὸ, Α βλ. σήπιον …   Dictionary of Greek

  • σηπιόλιθος — ο, Ν γεωλ. ινώδες ένυδρο πυριτικό ορυκτό τού μαγνησίου, με λευκό, γκρίζο ή υπόλευκο χρώμα, που μοιάζει με το κόκαλο τής σουπιάς, από όπου πήρε και την ονομασία του, αλλ. σήπιο(ν) ή αφρός τής θάλασσας. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ, πρβλ. αγγλ. sepiolite… …   Dictionary of Greek

  • σηπία — σηπίᾱ , σηπία cuttle fish fem nom/voc/acc dual σηπίᾱ , σηπία cuttle fish fem nom/voc sg (attic doric aeolic) σηπίον bone of the sepia neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»